εἱργμοφύλαξ

εἱργμοφύλαξ
εἱργμο-φύλαξ, ακος, ὁ, der Gefängniswärter

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ειργμοφύλαξ — εἱργμοφύλαξ, ο (Α) δεσμοφύλακας …   Dictionary of Greek

  • εἰργμοφύλακι — εἰργμοφύλαξ masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φύλακας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θρυλορίου. * * * ο / φύλαξ ακος, ΝΜΑ αυτός που φυλάγει, που φρουρεί κάτι, που έχει τοποθετηθεί για να προστατεύει κάτι (α. «οι δύο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”